Within στα ελληνικά

Μετάφραση: within, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντός, μέσα
Within στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aligns στα ελληνικά - ευθυγραμμίζει, ευθυγραμμίζεται, να ευθυγραμμίζεται, ευθυγράμμιση του
  • allocated στα ελληνικά - κατανεμηθεί, διατεθεί, διατίθενται, κατανέμονται, κατανέμεται
  • apollo στα ελληνικά - Απόλλων, Απόλλωνας, Απόλλωνα, του Απόλλωνα
Τυχαίες λέξεις
Within στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντός, μέσα