Writ στα ελληνικά

Μετάφραση: writ, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένταλμα, γραφή, διαταγή, εισαγωγικό δίκης, δικόγραφο
Writ στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • airships στα ελληνικά - αερόπλοια, αερόπλοιων, αερόστατο, τα αερόπλοια
  • argus στα ελληνικά - Argus, Άργος, το Argus, Άργους
  • booby-traps στα ελληνικά - παγίδες, παγίδων
  • brouhaha στα ελληνικά - ευτράπελα, αναμπουμπούλα
Τυχαίες λέξεις
Writ στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένταλμα, γραφή, διαταγή, εισαγωγικό δίκης, δικόγραφο