Gojë στα ελληνικά

Μετάφραση: gojë, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στόμιο, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
Gojë στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • goditur στα ελληνικά - κατάλληλος, επιρρεπής, επιτυχία, χτυπήσει, χτύπησε, χτυπήσουν, έπληξε
  • gogël στα ελληνικά - βελανίδι, Acorn, βελανιδιών, βελανιδιού, βαλανοειδής
  • gomar στα ελληνικά - γάιδαρος, κώλος, κώλο, τον κώλο, γάιδαρο
  • gosti στα ελληνικά - πανήγυρη, ευωχούμαι, συμπόσιο, πανδαισία, εορτασμός, φιέστα, πανηγύρι, ...
Τυχαίες λέξεις
Gojë στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στόμιο, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό