Kontroll στα ελληνικά
Μετάφραση: kontroll, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έλεγχος, εξουσιάζω, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kontratë στα ελληνικά - προσβάλλομαι, συμβόλαιο, συστέλλομαι, σύμβαση, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων
- kontriboj στα ελληνικά - συνεισφέρω, συμβάλλουν, συμβάλλει, να συμβάλει, συνεισφέρουν, συμβάλει
- kontrolloj στα ελληνικά - επιβλέπω, εποπτεύω, εξουσιάζω, καρέ, διευθύνω, οθόνη, ανακόπτω, ...
- kopsht στα ελληνικά - κήπος, κήπο, κήπου, στον κήπο, τον κήπο
Τυχαίες λέξεις
Kontroll στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έλεγχος, εξουσιάζω, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Μεταφράσεις: έλεγχος, εξουσιάζω, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της