Leckosur στα ελληνικά
Μετάφραση: leckosur, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουρελιασμένος, κουρελιασμένο, κουρελιασμένη, κουρελιασμένα, κουρέλια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- le στα ελληνικά - ενοικιάζομαι, αφήνω, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε
- lebetitem στα ελληνικά - στριγγλίζω
- leckë στα ελληνικά - κουρέλι, πανί, ύφασμα, υφάσματος, υφάσματα, υφασμάτων
- legeni στα ελληνικά - γοφός, λεκάνη, πύελος, αποχωρητήριο, πυέλου, πύελο, λεκάνης, ...
Τυχαίες λέξεις
Leckosur στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουρελιασμένος, κουρελιασμένο, κουρελιασμένη, κουρελιασμένα, κουρέλια
Μεταφράσεις: κουρελιασμένος, κουρελιασμένο, κουρελιασμένη, κουρελιασμένα, κουρέλια