Λέξη: αναχώρηση

Σχετικές λέξεις: αναχώρηση

αναχώρηση λεξικό, αναχώρηση από κέντρο διαμετακόμισης, αναχώρηση πλοίων, αναχώρηση από σημείο εξυπηρέτησησ, αναχώρηση θέμελης, αναχώρηση ονειροκρίτης, αναχώρηση για το μέτωπο, αναχώρηση μέρκελ, αναχώρηση για αίγινα, αναχώρηση blue star delos

Συνώνυμα: αναχώρηση

έξοδο, εκκίνηση, ξεκίνημα, απομάκρυνση, παρέκκλιση, αποβίωση

Μεταφράσεις: αναχώρηση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
departure, leaving, Check, departure of
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
salida, partida, de salida, sale, que sale
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abweichung, abflug, abzug, ausreise, abreise, start, abgang, abmarsch, abfahrt, Abfahrt, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
déviation, divergence, sortie, départ, disparition, retraite, envol, de départ, le départ
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dipartita, partenza, di partenza, data di partenza, della partenza, allontanamento
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
departamento, partida, saída, de saída, de partida, da partida
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vertrek, uittocht, afvaart, afrit, vertrekdatum, verblijf, het vertrek, vertrekpunt
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отлёт, отбытие, выход, кончина, разъезд, отход, уклонение, отъезд, отлет, отступление, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avreise, avgang, sted, base
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avresa, avgång, ut-, avresan, avgångs
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
poikkeama, lähtö, ero, lähtöpäivät, lähtöä, lähdön, lähtö-
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
afgang, afrejse, afgange, afrejsen, afrejsedato
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
výjezd, výstup, odchod, odjezd, odlet, odjezdu, odjezdu Počet
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odstępstwo, odbieganie, odjazd, odchylenie, odejście, wyjazd, wyjście, odlot, wymarsz
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elutazás, indulás, indulási, indító, távozás, távozása
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hareket, ayrılma, kalkış, ayrılış, gidiş, Kalkışı
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відхід, збочення, виїзд, відхилення, догляд
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
largim, nisjes, largimi, nisja, largimi i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тръгване, отпътуване, заминаване, заминаването, напускане
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выезд
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lahkumine, väljasõit, väljumine, lahkumist, lahkumise
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odstupanje, upućivanje, polazak, rastajanje, rastanak, odlazak, odlaska, polaska
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
burtför, brottför, frávik, Brotthvarf
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
abitus
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išvykimas, išvykimo, nukrypimas, išvykimą, apie nukrypimą
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizbraukšana, izbraukšana, izlidošanas, izbraukšanas, izbraukšanu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
заминување, поаѓање, заминувањето, отстапување, заминувањето на
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
plecare, sosire, de sosire, de plecare, departe
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odlet, odhod, odhodu, odhoda, odhodov, odhodom
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
odlet, odchod, odjazd, príchod, Odchod Odchod, Presun

Στατιστικά δημοτικότητας: αναχώρηση

Τυχαίες λέξεις