Stërvitje στα ελληνικά

Μετάφραση: stërvitje, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προπόνηση, άσκηση, εκπαίδευση, προπονούμενος, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
Stërvitje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • student στα ελληνικά - μορφώνω, φοιτήτρια, φοιτητής, μαθήτρια, εκπαιδεύω, μαθητής, σπουδαστής, ...
  • stufë στα ελληνικά - κουζίνα, σόμπα, φούρνο, σόμπας, θερμάστρα
  • subjekt στα ελληνικά - θέμα, αντικείμενο, υποκείμενο, υπήκοος, υπόκεινται, υπόκειται
  • sukses στα ελληνικά - επιτυχία, επιτυχίας, την επιτυχία, η επιτυχία, της επιτυχίας
Τυχαίες λέξεις
Stërvitje στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προπόνηση, άσκηση, εκπαίδευση, προπονούμενος, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία