Автоматизация στα ελληνικά
Μετάφραση: автоматизация, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, Αυτοματισμού, Αυτοματισμοί, Automation
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автомагистрала στα ελληνικά - αυτοκινητόδρομος, αυτοκινητόδρομο, εθνική οδό, εθνικής οδού, αυτοκινητοδρόμου
- автомат στα ελληνικά - αυτόματο, automat, το automat, automat τον
- автоматизъм στα ελληνικά - αυτοματισμό, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματισμούς, αυτοματισμών
- автоматичен στα ελληνικά - αυτοματικός, αυτόματο, αυτόματη, αυτόματης, αυτόματες, αυτόματα
Τυχαίες λέξεις
Автоматизация στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, Αυτοματισμού, Αυτοματισμοί, Automation
Μεταφράσεις: αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, Αυτοματισμού, Αυτοματισμοί, Automation