Война στα ελληνικά

Μετάφραση: война, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόλεμος, πολέμου, πόλεμο, τον πόλεμο, του πολέμου
Война στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вожд στα ελληνικά - ψείρα, αρχηγός, προϊστάμενος, κύριος, επικεφαλής, επικεφαλής της
  • возещата στα ελληνικά - αναπληρώνω, αποζημιώνω, αντισταθμίζω, βόλτα, με το, διαδρομή, βόλτα με, ...
  • войска στα ελληνικά - στρατός, στρατιωτικός, στρατό, στρατού, του στρατού, το στρατό
  • вокално στα ελληνικά - νημάτιο, φωνητικός, Φωνητική, Vocal, Φωνητικό, Φωνητικά
Τυχαίες λέξεις
Война στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόλεμος, πολέμου, πόλεμο, τον πόλεμο, του πολέμου