Гонорея στα ελληνικά

Μετάφραση: гонорея, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κροτώ, χειροκροτώ, βλεννόρροια, γονόρροια, γονόρροιας, η γονόρροια, η βλεννόρροια
Гонорея στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гондола στα ελληνικά - γόνδολα, λέμβος, γόνδολας, με γόνδολα, gondola
  • гонки στα ελληνικά - ράτσα, ιπποδρομίες, αγώνες, φυλές, κούρσες, φυλών
  • гора στα ελληνικά - ξυλεία, ανεβαίνω, ξύλο, όρος, βουνό, δάσος, αυξάνομαι, ...
  • горе στα ελληνικά - θλίψη, λύπη, οδύνη, άνω, πάνω από, ανωτέρω, παραπάνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Гонорея στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κροτώ, χειροκροτώ, βλεννόρροια, γονόρροια, γονόρροιας, η γονόρροια, η βλεννόρροια