Грабеж στα ελληνικά
Μετάφραση: грабеж, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεηλασία, αρπαγή, ληστεία, ληστείας, ληστειών, ληστείες, ληστειών στα
Μεταφράσεις
- гостите στα ελληνικά - διατριβή, επισκέπτες, πελάτες, οι επισκέπτες, τους επισκέπτες, στους επισκέπτες
- готварство στα ελληνικά - μαγειρική, μαγειρικής, κουζίνας, τοπικής κουζίνας, της τοπικής κουζίνας
- грабителя στα ελληνικά - ληστής, Κορυφαίος σκόρερ, ληστή, Άρχοντας της ηπείρου, plunderer, Λεηλατητής
- град στα ελληνικά - πόλη, χαλάζι, καταιγισμός, μητρόπολη, πόλης, της πόλης, την πόλη
Τυχαίες λέξεις
Грабеж στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεηλασία, αρπαγή, ληστεία, ληστείας, ληστειών, ληστείες, ληστειών στα
Μεταφράσεις: λεηλασία, αρπαγή, ληστεία, ληστείας, ληστειών, ληστείες, ληστειών στα