Λεηλασία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λεηλασία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
грабеж, зебло, уволнението, уволнението на, уволнят, те уволнят
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλασία
λεηλασία φρονημάτων, λεηλασία συνώνυμο, λεηλασία του χρόνου, λεηλασία μιας ζωής, λεηλασία στα αγγλικά, λεηλασία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λεηλασία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λεγεώνα στα βουλγαρικά - легион, Legion, легия, Легиона, Легионът
- λεζάντα στα βουλγαρικά - надпис, надписа, надписи, Caption, надписите
- λεηλατώ στα βουλγαρικά - набег, нападение, набег на, Навлизането
- λειαίνω στα βουλγαρικά - изглаждам, оправям, изправям, полирам, шлифовам
Τυχαίες λέξεις
Λεηλασία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: грабеж, зебло, уволнението, уволнението на, уволнят, те уволнят
Μεταφράσεις: грабеж, зебло, уволнението, уволнението на, уволнят, те уволнят