Диета στα ελληνικά
Μετάφραση: диета, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατροφή, διαιτολόγιο, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- диверсант στα ελληνικά - σαμποτέρ, saboteur, σαμποτέρ ο, δολιοφθορεύς, κωλυσιεργός
- диво στα ελληνικά - άγριος, άγρια, άγριων, άγριου, άγριας
- дизайнер στα ελληνικά - σχεδιαστής, σχεδιαστή, σχεδιαστών, designer, επώνυμα
- дизентерия στα ελληνικά - δυσεντερία, δυσεντερίας, δυσεντερίας των, η δυσεντερία, της δυσεντερίας
Τυχαίες λέξεις
Диета στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατροφή, διαιτολόγιο, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή
Μεταφράσεις: διατροφή, διαιτολόγιο, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή