Директива στα ελληνικά

Μετάφραση: директива, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγός, οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
Директива στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дипломат στα ελληνικά - διπλωμάτης, διπλωμάτη, διπλωμάτης των
  • дипломация στα ελληνικά - διπλωματία, διπλωματίας, η διπλωματία, τη διπλωματία, της διπλωματίας
  • директивния στα ελληνικά - οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
  • директор στα ελληνικά - σκηνοθέτης, διευθυντής, διευθυντή, σκηνοθέτη, διευθύντρια
Τυχαίες λέξεις
Директива στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγός, οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του