Ензим στα ελληνικά
Μετάφραση: ензим, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένζυμο, ενζύμου, ενζύμων, του ενζύμου, ένζυμο που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- емпиризъм στα ελληνικά - αισθησιαρχία, εμπειριοκρατία, εμπειρισμό, εμπειρισμού, εμπειρισμός
- енергия στα ελληνικά - ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας
- ентропия στα ελληνικά - πληροφορίες, εντροπία, εντροπίας, η εντροπία, της εντροπίας, την εντροπία
- енциклопедия στα ελληνικά - εγκυκλοπαιδεία, εγκυκλοπαίδεια, Encyclopedia, εγκυκλοπαίδειας, εγκυκλοπαίδεια και
Τυχαίες λέξεις
Ензим στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένζυμο, ενζύμου, ενζύμων, του ενζύμου, ένζυμο που
Μεταφράσεις: ένζυμο, ενζύμου, ενζύμων, του ενζύμου, ένζυμο που