Ένζυμο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ένζυμο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ензим, ензима, ензимен, ензими
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένζυμο
ένζυμο τελομεράση, ένζυμο περιορισμού, ένζυμο cpk, ένζυμο καταλάση, ένζυμο g6pd φυσιολογικές τιμές, ένζυμο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ένζυμο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ένδοξος στα βουλγαρικά - славен, славно, славна, славното, славната
- ένεση στα βουλγαρικά - инжектиране, инжекция, впръскване, инжекционен, инжекционна
- ένιωθα στα βουλγαρικά - филц, чувствах, усетих, почувствах, чувствах се, почувствах се
- έννοια στα βουλγαρικά - значение, понятие, означава, което означава
Τυχαίες λέξεις
Ένζυμο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ензим, ензима, ензимен, ензими
Μεταφράσεις: ензим, ензима, ензимен, ензими