Епизод στα ελληνικά
Μετάφραση: епизод, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεισόδιο, επεισοδίου, το επεισόδιο, επεισοδίων, του επεισοδίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- епидемиология στα ελληνικά - επιδημιολογία, επιδημιολογίας, την επιδημιολογία, της επιδημιολογίας, η επιδημιολογία
- епидемия στα ελληνικά - πανδημία, επιδημία, επιδημίας, επιδημία του, επιδημίας του, επιδημία της
- епископ στα ελληνικά - επίσκοπος, Bishop, Επισκόπου, Επίσκοπο, ο Επίσκοπος
- епископство στα ελληνικά - επισκοπή, επισκοπής, επισκοπική, έδρα επισκοπής, επισκοπικές
Τυχαίες λέξεις
Епизод στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεισόδιο, επεισοδίου, το επεισόδιο, επεισοδίων, του επεισοδίου
Μεταφράσεις: επεισόδιο, επεισοδίου, το επεισόδιο, επεισοδίων, του επεισοδίου