Επεισόδιο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επεισόδιο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
случка, епизод, епизоди, епизод на, епизода
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεισόδιο
επεισόδιο 7 κατω παρταλι, επεισόδιο 135 μπρουσκο, επεισόδιο 129 μπρουσκο, επεισόδιο 134 μπρουσκο, επεισόδιο 374 κλεμμένα όνειρα, επεισόδιο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επεισόδιο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επαύξηση στα βουλγαρικά - увеличение, прираст, нарастване, увеличаване, инкремент
- επείγων στα βουλγαρικά - спешно, спешен, спешна, спешни, спешната
- επεκτατικός στα βουλγαρικά - експанзивен, просторен, експанзивна, обширен, разтегаем
- επεκτείνω στα βουλγαρικά - удължи, разширяване, удължат, разширят, разшири
Τυχαίες λέξεις
Επεισόδιο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: случка, епизод, епизоди, епизод на, епизода
Μεταφράσεις: случка, епизод, епизоди, епизод на, епизода