Конвенция στα ελληνικά
Μετάφραση: конвенция, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνθήκη, σύμβαση, συνέλευση, συνέδριο, σύμβασης, Συμβάσεως, συνεδριακό, της σύμβασης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- кон στα ελληνικά - άλογο, αλόγου, ίππων, αλόγων, των ίππων
- конвейер στα ελληνικά - αγωγός, μεταφορέας, μεταφέρων, μεταφορέα, μεταφορέων, μεταφορέως
- кондензатор στα ελληνικά - πυκνωτής, πυκνωτή, πυκνωτών, του πυκνωτή, τον πυκνωτή
- кондом στα ελληνικά - ασφάλεια, γόμα, ασφαλής, χρηματοκιβώτιο, λαστιχένιος, προφυλακτικό, προφυλακτικού, ...
Τυχαίες λέξεις
Конвенция στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνθήκη, σύμβαση, συνέλευση, συνέδριο, σύμβασης, Συμβάσεως, συνεδριακό, της σύμβασης
Μεταφράσεις: συνθήκη, σύμβαση, συνέλευση, συνέδριο, σύμβασης, Συμβάσεως, συνεδριακό, της σύμβασης