Λέξη: ατμός

Σχετικές λέξεις: ατμός

ατμός παυλόπουλος, υπέρθερμοσ ατμόσ, κορεσμένος ατμός, λέβητες ατμός, υγρός ατμός, ξυλολέβητας ατμός, ατμός πρόσωπο

Συνώνυμα: ατμός

καπνός, αέριο, αναθυμίαση, θυμός, υδρατμός, αχνός

Μεταφράσεις: ατμός

ατμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
steam, vapour, vapor, steam is, vapor is

ατμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vapor, humear, vaho, de vapor, turco, el vapor, vapor de

ατμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verdampfung, dampf, schwaden, wasserdampf, Dampf, Wasserdampf

ατμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
buée, fumées, évaporer, fumer, vapeur, furtif, la vapeur, vapeur d'eau, de vapeur, hammam

ατμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vapore, di vapore, a vapore, turco, del vapore

ατμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vapor, roubar, de vapor, a vapor, do vapor, o vapor

ατμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wasem, damp, stoom, stoombad, turks, van stoom, stoom-

ατμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пара, пар, выпаривание, Паровая, паровой, паром

ατμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
damp, steam, dampbad, dampen

ατμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
imma, ryka, ånga, ångan, ång-, ångbastu

ατμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
höyry, vesihöyry, löyly, huuru, Steam, Turkkilainen, höyryn, höyryä

ατμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
em, damp, dampen, dampbad, vanddamp

ατμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vypařovat, kouřit, pára, parní, páry, páru, parního

ατμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
para, fantazja, opar, mgła, parówka, parowy, parowa, parową, parowej

ατμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gőz, Steam, gőzzel, gőzt, gőzfürdő

ατμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
buhar, buğu, buharlı, buharla

ατμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пар, випаровування, пара, пари, прісно, пару

ατμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
avull, avulli, me avull, avullit

ατμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изпарение, пра, пара, парна, парата, на пара, парен

ατμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пар, пара, пару

ατμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aurama, raskemeelsus, aur, suitsuvine, auru, auruga, aurufaasis, steam

ατμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ispariti, umišljenost, para, magla, kuhati, maglica, snaga, parni, pare, parna, parom

ατμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gufa, gufu, Steam, gufan, eimbað.Þráðlaus

ατμός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
fumo

ατμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
garas, garai, garo, garų, garinė

ατμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tvaiks, enerģija, tvaika, tvaiku, Steam, siltumapgāde

ατμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пареата, пареа, на пареа, парни, парна

ατμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
abur, aburi, de aburi, de abur, cu abur

ατμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pára, paro, pare, para, parni, parno

ατμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pára, výpar, parné, parný, parná, parnej, parnú
Τυχαίες λέξεις