Наркоман στα ελληνικά
Μετάφραση: наркоман, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ναρκομανής, εθίζω, εξαρτημένος, εθισμένος, εξαρτημένο, εθισμένο, εξαρτημένου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- наредба στα ελληνικά - ρύθμιση, κανονισμός, διάταξη, διάταγμα, διάταγμα για, διατάγματος για τις, διάταγμα για τις
- наречие στα ελληνικά - επίρρημα, επιρρήματος, το επίρρημα
- народ στα ελληνικά - άνθρωποι, ανθρώπους, άτομα, ανθρώπων, οι άνθρωποι
- нарочно στα ελληνικά - σκοπίμως, σκόπιμα, εσκεμμένα, επίτηδες
Τυχαίες λέξεις
Наркоман στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ναρκομανής, εθίζω, εξαρτημένος, εθισμένος, εξαρτημένο, εθισμένο, εξαρτημένου
Μεταφράσεις: ναρκομανής, εθίζω, εξαρτημένος, εθισμένος, εξαρτημένο, εθισμένο, εξαρτημένου