Εθίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εθίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
наркоман, пристрастен, пристрастен към, пристрастена, пристрастена към
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εθίζω
εθίζω παράγωγα, εθίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εθίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εδραιώνω στα βουλγαρικά - edraiono
- εδώ στα βουλγαρικά - тук, Оттук, ето
- εθελοντής στα βουλγαρικά - доброволец, доброволци, доброволческа, доброволен, доброволчески
- εθελοντικά στα βουλγαρικά - доброволно, доброволно да, доброволно се, желание
Τυχαίες λέξεις
Εθίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: наркоман, пристрастен, пристрастен към, пристрастена, пристрастена към
Μεταφράσεις: наркоман, пристрастен, пристрастен към, пристрастена, пристрастена към