Пауза στα ελληνικά
Μετάφραση: пауза, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παύση, διακόπτω, σταματώ, διακοπή, παύσης, μικρή διακοπή, την παύση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- патриот στα ελληνικά - πατριώτης, Patriot, πατριώτη, Πάτριοτ
- патрон στα ελληνικά - φυσίγγι, θαμώνας, πρίζα, προστάτης, φυσίγγιο, υποδοχή, προστάτη, ...
- паус στα ελληνικά - αράχνη, περγαμηνή, vellum, η περγαμηνή, βέλβετ, περγαμηνές
- пачка στα ελληνικά - φουρνιά, στουπί, πώμα, wad, τολύπη, τολύπης
Τυχαίες λέξεις
Пауза στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παύση, διακόπτω, σταματώ, διακοπή, παύσης, μικρή διακοπή, την παύση
Μεταφράσεις: παύση, διακόπτω, σταματώ, διακοπή, παύσης, μικρή διακοπή, την παύση