Пачка στα ελληνικά
Μετάφραση: пачка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φουρνιά, στουπί, πώμα, wad, τολύπη, τολύπης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- пауза στα ελληνικά - παύση, διακόπτω, σταματώ, διακοπή, παύσης, μικρή διακοπή, την παύση
- паус στα ελληνικά - αράχνη, περγαμηνή, vellum, η περγαμηνή, βέλβετ, περγαμηνές
- пачката στα ελληνικά - στουπί, πώμα, wad, τολύπη, τολύπης
- паша στα ελληνικά - βόσκηση, βοσκή, βόσκησης, βοσκής, βόσκουν
Τυχαίες λέξεις
Пачка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φουρνιά, στουπί, πώμα, wad, τολύπη, τολύπης
Μεταφράσεις: φουρνιά, στουπί, πώμα, wad, τολύπη, τολύπης