Преработка στα ελληνικά
Μετάφραση: преработка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεξεργασία, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- препятствие στα ελληνικά - φράγμα, φραγμός, μπάρα, εμπόδιο, εμποδίου, εμπόδια, εμπόδιο για, ...
- преработване στα ελληνικά - επεξεργασία, αναδιατύπωση, αναδιατυπωθεί, αναδιατύπωσης, αναδιατυπωθούν, αναδιατύπωση της
- пререкания στα ελληνικά - διαπληκτίζομαι, φιλονικία, καβγάς, διαπληκτισμός, διαμάχη, καυγάς
- престиж στα ελληνικά - αίγλη, γόητρο, κύρος, κύρους, το κύρος, γοήτρου
Τυχαίες λέξεις
Преработка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεξεργασία, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία
Μεταφράσεις: επεξεργασία, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία