Пропуск στα ελληνικά
Μετάφραση: пропуск, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράλειψη, παράλειψης, η παράλειψη, παραλείψεως, παραλείψεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- проповедник στα ελληνικά - ιεροκήρυκας, κήρυκας, ιεροκήρυκα, κήρυκα, ιεροκήρυξ
- пропорция στα ελληνικά - αναλογία, ποσοστό, μέρος, ανάλογα, ποσοστού
- прорез στα ελληνικά - θραύση, θλάση, σχισμή, υποδοχή, σχισμής, εγκοπή, slot
- прорицателя στα ελληνικά - πύθωνας, proritsatelya
Τυχαίες λέξεις
Пропуск στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράλειψη, παράλειψης, η παράλειψη, παραλείψεως, παραλείψεις
Μεταφράσεις: παράλειψη, παράλειψης, η παράλειψη, παραλείψεως, παραλείψεις