Пустота στα ελληνικά

Μετάφραση: пустота, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κενό, κενότητα, κενού, το κενό, κενότητας
Пустота στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • пустиня στα ελληνικά - έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
  • пустословие στα ελληνικά - πολυλογία, πολυλογίες, την πολυλογία, φρασεολογία, πολυλογίας
  • пустял στα ελληνικά - πραγματάκι, pustyal
  • путка στα ελληνικά - ψιψίνα, σχισμή, αρπάζω, μουνί, μουνάκι, το μουνί, γάτα, ...
Τυχαίες λέξεις
Пустота στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κενό, κενότητα, κενού, το κενό, κενότητας