Λέξη: μπανάνα

Σχετικές λέξεις: μπανάνα

μπανάνα κάλιο, μπανάνα βιταμίνες, μπανάνα παγωτό, μπανάνα ποδόσφαιρο, μπανάνα κέικ, μπανάνα μαγνήσιο, μπανάνα και χοληστερίνη, μπανάνα αλβες, μπανάνα δυσκοιλιότητα, μπανάνα θερμίδες

Μεταφράσεις: μπανάνα

μπανάνα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
banana, bananas, a banana

μπανάνα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
plátano, cambur, banana, banano, de plátano, del plátano

μπανάνα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
banane, Bananen, banana

μπανάνα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
banane, la banane, bananes, bananier, bananiers

μπανάνα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
banana, banane, di banana, di banane, della banana

μπανάνα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
banana, de banana, bananas, da banana, bananeira

μπανάνα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pisang, banaan, bananen, banana, van bananen, bananenproducenten

μπανάνα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
банан, банана, бананы, бананов, банановый

μπανάνα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
banan, banana

μπανάνα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
banan, bananer, banana, bananen

μπανάνα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
banaani, banaanien, banana, banaanialan, banaanin

μπανάνα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
banan, bananer, banana, for bananer, af bananer

μπανάνα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
banán, banánu, banana, banánový, banánové

μπανάνα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
banan, bananowy, bananów, banana, banany

μπανάνα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
banán, banánt, banánra, a banán, banana

μπανάνα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
muz, banana, muzlu

μπανάνα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
банан

μπανάνα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
banane, Banana, bananeve, banane e

μπανάνα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
банан, банани, бананите, на банани

μπανάνα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
банан

μπανάνα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
banaan, banaanide, banaani, banaanisektori, banaane

μπανάνα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
banana, banane, banani, bananom, od banana

μπανάνα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
banani, Bananinn, Banana, bananar, bönunum

μπανάνα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bananas, bananų, bananus, banana, bananų sektoriaus

μπανάνα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
banāns, banānu, banāni, banana, banāniem

μπανάνα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
банана, бананата, банани, од банана

μπανάνα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
banan, banană, banane, banana, de banane, bananelor

μπανάνα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
banán, banana, banan, banane, za banane, banani

μπανάνα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
banán, banana

Στατιστικά δημοτικότητας: μπανάνα

Τυχαίες λέξεις