Регулировка στα ελληνικά
Μετάφραση: регулировка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρύθμιση, προσαρμογή, προσαρμογής, ρύθμισης, αναπροσαρμογή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- регистратура στα ελληνικά - μητρώο, μητρώου, του μητρώου, νηολόγησης, το μητρώο
- регистрация στα ελληνικά - εγγραφή, καταχώριση, καταχώρισης, εγγραφής, καταχώρηση
- регулировчик στα ελληνικά - ρυθμιστής, τροχονόμος, αστυνομικός της κυκλοφορίας, μπάτσος κίνηση
- ред στα ελληνικά - παππούς, παραγγελία, διαταγή, προκειμένου, ώστε, σκοπό
Τυχαίες λέξεις
Регулировка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρύθμιση, προσαρμογή, προσαρμογής, ρύθμισης, αναπροσαρμογή
Μεταφράσεις: ρύθμιση, προσαρμογή, προσαρμογής, ρύθμισης, αναπροσαρμογή