Ремонт στα ελληνικά

Μετάφραση: ремонт, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντήρηση, επισκευή, επισκευάζω, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης
Ремонт στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • религиозния στα ελληνικά - θρησκευτικός, θρήσκος, θρησκευόμενος, θρησκευτικές, θρησκευτικών, θρησκευτική, θρησκευτικής
  • религия στα ελληνικά - θρησκεία, θρησκείας, τη θρησκεία, της θρησκείας, η θρησκεία
  • ренегат στα ελληνικά - αποστάτης, λιποτάκτης, αποστάτες, αποστάτη, αρνησίθρησκος
  • ренесанс στα ελληνικά - αναγέννηση, Αναγέννηση, Αναγέννησης, Renaissance, της Αναγέννησης, αναγεννησιακό
Τυχαίες λέξεις
Ремонт στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντήρηση, επισκευή, επισκευάζω, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης