Сека στα ελληνικά

Μετάφραση: сека, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόψιμο, κοπή, κόβω, λαξεύω, πελεκώ, HEW, της HEW, για λαξεύω
Сека στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • седмица στα ελληνικά - εβδομάδα, την εβδομάδα, εβδομάδας, εβδομάδων, βδομάδα
  • сезон στα ελληνικά - νοστιμίζω, περίοδος, περίοδο, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
  • секвестиране στα ελληνικά - επίταξη, αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, σπασμός, κατάσχεση, παγίδευση, παγίδευση του, ...
  • секретност στα ελληνικά - μυστικότητα, εχεμύθεια, απόρρητο, απορρήτου, μυστικότητας, απόρρητου
Τυχαίες λέξεις
Сека στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόψιμο, κοπή, κόβω, λαξεύω, πελεκώ, HEW, της HEW, για λαξεύω