Схватка στα ελληνικά

Μετάφραση: схватка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκαρφαλώνω, διαταράσσω, αψιμαχία, αψιμαχίας, αψιμαχία του, ακροβολισμός
Схватка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • сфера στα ελληνικά - έκταση, περιοχή, περιοχής, χώρο, ζώνη
  • сфинкс στα ελληνικά - σφίγγα, Sphinx, σφίγγας, Το Sphinx
  • схема στα ελληνικά - πρόγραμμα, διαρρύθμιση, σχέδιο, καθεστώς, καθεστώτος, σύστημα, συστήματος
  • сходство στα ελληνικά - ομοιότητα, ομοιότητας, της ομοιότητας, ομοιότητες, την ομοιότητα
Τυχαίες λέξεις
Схватка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκαρφαλώνω, διαταράσσω, αψιμαχία, αψιμαχίας, αψιμαχία του, ακροβολισμός