Товар στα ελληνικά
Μετάφραση: товар, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλός, αγαθός, αγαθό, εμπόρευμα, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- тоалет στα ελληνικά - τουαλέτα, τουαλέτας, υγείας, καλλωπισμού, της τουαλέτας
- това στα ελληνικά - αυτό, αυτή, αυτός, Αυτό το, αυτή η
- товариш στα ελληνικά - σύντροφος, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
- товарния στα ελληνικά - φορτίο, ναύλος, εμπορευματικών, εμπορευματικών μεταφορών, εμπορευματικές
Τυχαίες λέξεις
Товар στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλός, αγαθός, αγαθό, εμπόρευμα, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Μεταφράσεις: καλός, αγαθός, αγαθό, εμπόρευμα, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων