Улица στα ελληνικά
Μετάφραση: улица, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δρόμος, οδός, δρόμο, δρόμου, οδό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- улан στα ελληνικά - λογχοφόρος, λογχοφόρος ηππέας, Lancer, επαγγελματίας, το Lancer
- улей στα ελληνικά - κυψέλη, αυλάκι, αυλάκια, αύλακα, αυλακιού, furrow
- уловка στα ελληνικά - τέχνασμα, Ρούσε, Ruse, κόλπο, τέχνασμα για
- улучения στα ελληνικά - γρασίδι, χλόη, χόρτο, χορτάρι, χόρτου
Τυχαίες λέξεις
Улица στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δρόμος, οδός, δρόμο, δρόμου, οδό
Μεταφράσεις: δρόμος, οδός, δρόμο, δρόμου, οδό