Форма στα ελληνικά
Μετάφραση: форма, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπόι, ανάστημα, κορμοστασιά, χτίζω, σχήμα, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- фонология στα ελληνικά - φωνολογία, φωνολογίας, τη φωνολογία, φωνολογικό, φωνολογίας της
- фонтан στα ελληνικά - πηγή, βρύση, συντριβάνι, κρήνη, σιντριβάνι
- формалист στα ελληνικά - φορμαλιστής, φορμαλιστικές, φορμαλιστική, φορμαλιστικό, φορμαλιστικής
- формула στα ελληνικά - τύπος, φόρμουλα, τύπου, τύπο, χημικού τύπου
Τυχαίες λέξεις
Форма στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπόι, ανάστημα, κορμοστασιά, χτίζω, σχήμα, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής
Μεταφράσεις: μπόι, ανάστημα, κορμοστασιά, χτίζω, σχήμα, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής