Хомосексуалност στα ελληνικά
Μετάφραση: хомосексуалност, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομοφυλοφιλία, η ομοφυλοφιλία, ομοφυλοφιλίας, την ομοφυλοφιλία, της ομοφυλοφιλίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- холестерин στα ελληνικά - χοληστερίνη, χοληστερόλης, χοληστερόλη, της χοληστερόλης, χοληστερίνης
- хомосексуален στα ελληνικά - ομοφυλόφιλος, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ομοφυλόφιλα
- хоризонт στα ελληνικά - ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα
- хорист στα ελληνικά - χορωδός, ψάλτης, ψάλτη, chorister, ιεροψάλτης
Τυχαίες λέξεις
Хомосексуалност στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομοφυλοφιλία, η ομοφυλοφιλία, ομοφυλοφιλίας, την ομοφυλοφιλία, της ομοφυλοφιλίας
Μεταφράσεις: ομοφυλοφιλία, η ομοφυλοφιλία, ομοφυλοφιλίας, την ομοφυλοφιλία, της ομοφυλοφιλίας