Écarté στα ελληνικά
Μετάφραση: écarté, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόμακρος, ψυχρός, απομακρυσμένος, μακριά, απόκεντρος, απορρίπτονται, απορρίπτεται, απορρίφθηκαν, απορρίφθηκε, απορριφθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adoucirent στα ελληνικά - μαλάκωσε, μαλακώσει, μαλακώσουν, μαλακό, μαλακώνει
- bases στα ελληνικά - βάσεις, βάσεων, βάσεις που, τις βάσεις, βάσης
- concentrent στα ελληνικά - συγκεντρώνω, συγκεντρώνομαι, συμπυκνώνω, εστία, εστίαση, έμφαση, επίκεντρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Écarté στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόμακρος, ψυχρός, απομακρυσμένος, μακριά, απόκεντρος, απορρίπτονται, απορρίπτεται, απορρίφθηκαν, απορρίφθηκε, απορριφθεί
Μεταφράσεις: απόμακρος, ψυχρός, απομακρυσμένος, μακριά, απόκεντρος, απορρίπτονται, απορρίπτεται, απορρίφθηκαν, απορρίφθηκε, απορριφθεί