Écoeurer στα ελληνικά
Μετάφραση: écoeurer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αηδία, φρίκη, αηδιαστικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accédés στα ελληνικά - πρόσβαση, προσπελαστεί, προσβάσιμο, προσβάσιμες, η πρόσβαση
- adoption στα ελληνικά - αποδοχή, παραδοχή, ομολογία, υιοθέτηση, είσοδος, λήψη, επιδοκιμασία, ...
- chevelu στα ελληνικά - μαλλιαρός, δασύς, τριχωτός, μαλλιά, μαλλιαρό, μαλλιαρή, haired
- compteur στα ελληνικά - αβάκιο, μέτρο, μετρητής, άβακας, θυρίδα, μετρητή, αντίθεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Écoeurer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αηδία, φρίκη, αηδιαστικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά
Μεταφράσεις: αηδία, φρίκη, αηδιαστικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά