Écourter στα ελληνικά

Μετάφραση: écourter, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κονταίνω, συνδετήρας, κλαδεύω, κουρεύω, περικόπτω, πόρπη, ψαλιδίζω, κομψός, συντομεύω, κοντός, μικραίνω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί
Écourter στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allégeance στα ελληνικά - ελάττωση, εκτόνωση, διάλλειμα, παρηγορώ, ανάγλυφος, αρωγή, μείωση, ...
  • assumer στα ελληνικά - υποθέτω, αναλάβει, υποθέσουμε, αναλάβουν, αναλαμβάνουν
  • caissier στα ελληνικά - ταμίας, ταμείο, ταμία, ταμείου, Cashier
  • caressez στα ελληνικά - θωπεύω, χάδι, χάδια, τα χάδια, χαϊδεύει, το χάδι
Τυχαίες λέξεις
Écourter στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κονταίνω, συνδετήρας, κλαδεύω, κουρεύω, περικόπτω, πόρπη, ψαλιδίζω, κομψός, συντομεύω, κοντός, μικραίνω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί