Égal στα ελληνικά
Μετάφραση: égal, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθερός, στολή, επίπεδος, περιεργάζομαι, ίδιος, πλάνη, ομοιόμορφος, ίσιος, ίσος, όμοιος, λείος, ροκάνι, ισοδύναμος, ακόμα, διαμέρισμα, ενιαίος, ίση, ίσης, ίσο, ίσες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affermés στα ελληνικά - μισθωμένων, μισθωμένα, μισθωμένες, μισθωμένο, μισθωμένης
- catégorisés στα ελληνικά - κατηγοριοποιούνται, χαρακτηριστεί, κατηγοριοποιηθεί, ταξινομηθούν, ταξινομούνται
- choquez στα ελληνικά - κρούση, κραδασμός, σοκ, φύλλο, φύλλου, δελτίο, φύλλων, ...
- concentrées στα ελληνικά - συμπυκνωμένος, συμπυκνώθηκε, συμπυκνώνεται, συμπυκνωμένο, συγκεντρώθηκε
Τυχαίες λέξεις
Égal στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθερός, στολή, επίπεδος, περιεργάζομαι, ίδιος, πλάνη, ομοιόμορφος, ίσιος, ίσος, όμοιος, λείος, ροκάνι, ισοδύναμος, ακόμα, διαμέρισμα, ενιαίος, ίση, ίσης, ίσο, ίσες
Μεταφράσεις: σταθερός, στολή, επίπεδος, περιεργάζομαι, ίδιος, πλάνη, ομοιόμορφος, ίσιος, ίσος, όμοιος, λείος, ροκάνι, ισοδύναμος, ακόμα, διαμέρισμα, ενιαίος, ίση, ίσης, ίσο, ίσες