Λέξη: ύδωρ

Σχετικές λέξεις: ύδωρ

ύδωρ θολερόν και απαίδευτον ψυχήν ου δει ταράττειν, ύδωρ οικογένεια λέξεων, ύδωρ νερό, ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην και ποταμοί ου συγκλύσουσιν αυτήν, ύδωρ παράγωγα, ύδωρ κλίση, ύδωρ+λεξικό, ύδωρ ετυμολογία, ύδωρ εκ πέτρας, ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην

Συνώνυμα: ύδωρ

νερό

Μεταφράσεις: ύδωρ

ύδωρ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
aqua, water, water is, water for

ύδωρ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agua, orina, regar, abrevar, de agua, el agua, del agua, aguas

ύδωρ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gänsewein, harn, wasser, wässern, tränken, bewässern, gießen, urin, begießen, Wasser, Wassers

ύδωρ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
urine, flotte, arroser, eau, arrosons, arrosent, arrosez, baigner, irriguer, abreuver, coulage, l'eau, eaux, d'eau

ύδωρ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
orina, acqua, innaffiare, annaffiare, irrigare, urina, dell'acqua, acque, l'acqua, di acqua

ύδωρ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
regar, aguar, irrigar, guarda, água, molhar, banhar, de água, da água, a água, águas

ύδωρ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wateren, besproeien, pis, drenken, begieten, pies, bevloeien, water, bevochtigen, het water, water-

ύδωρ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
клозет, поливать, разводнять, акварель, напоить, моча, обеднять, раствор, поить, орошать, слезиться, полить, поло, муарировать, жидкость, водяной, вода, воды, воду, водой, воде

ύδωρ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vanne, vann, vannet

ύδωρ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vatten, vattnet

ύδωρ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kusi, vettyä, juottaa, turkoosi, kastella, kostua, kastaa, merensininen, virtsa, vesi, vedensaanti, vettä, veden, veteen, vedellä

ύδωρ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
urin, vand, vandet

ύδωρ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
moč, voda, zalít, zavlažovat, kropit, zalévat, vodní, vody, vodě, vodou

ύδωρ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
polewać, napoić, wóda, nadtlenek, poić, tlenienie, napój, woda, ociekanie, podlewanie, wodociąg, akwamaryna, podlewać, wody, wodę, wodą, wodzie

ύδωρ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
víz, csapvíz, vízállás, ivóvíz, ásványvíz, gyógyvíz, kútvíz, vízzel, vizet, vízben, a víz

ύδωρ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
su, sidik, sulandırmak, suç, idrar, sulamak, suyu, suda, suyun

ύδωρ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
паролі, рідину, розчин, рідина, вода

ύδωρ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
uji, ujë, ujit, të ujit, e ujit

ύδωρ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вода, води, воден, водата

ύδωρ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вада, вода

ύδωρ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vahitornid, rohekassinine, vesi, vee, veega, vett, vees

ύδωρ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vodnog, zalijevati, vode, voda, vodi, navodniti, vodu, vodom

ύδωρ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vatn, vatni, vatnið, vatns

ύδωρ στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
unda, aqua

ύδωρ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šlapimas, vanduo, vandens, vandenį, vandenyje, vandeniu

ύδωρ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
urīns, ūdens, ūdeni, ūdenī

ύδωρ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вода, водата, води, водите, вода за

ύδωρ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ap, apă, peruzea, urină, apa, apei, de apă, a apei

ύδωρ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vodní, voda, namočit, vode, vodo, z vodo, vodi

ύδωρ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vodní, voda, vody
Τυχαίες λέξεις