Électrisons στα ελληνικά

Μετάφραση: électrisons, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλεκτροδοτώ, ηλεκτρίζω, εξηλεκτρίζω, ηλεκτροκινηθούν, ηλεκτρίσει, ηλεκτρίσουν
Électrisons στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accrochai στα ελληνικά - επέμενε, προσκολληθεί, προσκολλημένος, clung, προσκολλήθηκε
  • adossant στα ελληνικά - υποστήριξη, στήριξη, υποστήριξης, υπόστρωμα, οπίσθιας κάλυψης
  • agacées στα ελληνικά - ημωδίασαν, τοποθετούνται υπό κλίση επί
  • besicles στα ελληνικά - γυαλιά, θεάματα, γυαλιών, ματογυάλια, θεαμάτων
Τυχαίες λέξεις
Électrisons στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλεκτροδοτώ, ηλεκτρίζω, εξηλεκτρίζω, ηλεκτροκινηθούν, ηλεκτρίσει, ηλεκτρίσουν