Éruption στα ελληνικά

Μετάφραση: éruption, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάνθημα, εκδήλωση, παράτολμος, απερίσκεπτος, ξέσπασμα, έκρηξη, έκρηξης, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του
Éruption στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agrafer στα ελληνικά - βασικός, συνδετήρας, σφίγγω, κουμπί, κύριος, συνεχείς, μη συνεχών, ...
  • amenuisés στα ελληνικά - περιορίστηκε, στένωση, μειώθηκε, περιοριστεί, περιόρισε
  • brocaille στα ελληνικά - μπάζα, χαλάσματα
  • cognac στα ελληνικά - μπράντι, κονιάκ, το κονιάκ, του κονιάκ
Τυχαίες λέξεις
Éruption στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάνθημα, εκδήλωση, παράτολμος, απερίσκεπτος, ξέσπασμα, έκρηξη, έκρηξης, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του