Λέξη: βολή

Σχετικές λέξεις: βολή

βολή υπό γωνία, βολή σε κεκλιμένο επίπεδο, βολή s-300, βολή s-300 pmu-1, βολή στη φυσική, βολή pendulum, βολή αποδοχής, βολή exocet, βολή κατά ριπάς, βολή πυροβολικού

Συνώνυμα: βολή

ρίψιμο, πυροβολισμός, σφαίρα, σφαιρίδια, τουφεκισμός, σκοπευτής, σειρά, τάξη, έκταση, αχτίνα, απόσταση, γύρος, κύκλος, κρέας από τον μηρόν

Μεταφράσεις: βολή

βολή στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cast, shot, throw, round, contribution, payment

βολή στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lanzamiento, lanzar, arrojar, disparo, tiro, disparo de, plano, tras lanzamiento

βολή στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
formulieren, wandern, erbrechen, werfen, irren, kotzen, form, besetzung, guss, gießen, wurf, Schuss, Aufnahme, Shot, Schuß, erschossen

βολή στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
darder, couler, ficher, jet, lancement, acteurs, moulage, coup, mettre, fonte, forme, coulage, moule, projeter, flanquer, divaguer, photo, plan, tir, prise de vue

βολή στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
buttare, gettare, colpo, tiro, ripresa, un tiro di, tiro di

βολή στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
molde, arremesso, feitio, forma, fundir, jeito, tiro, remate, disparou, do tiro, tiro de

βολή στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gooi, afgietsel, vorm, gedaante, worp, shot, schot, opname, geschoten, ontsproten

βολή στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бросок, хватиться, гипс, литье, подсчет, отчалить, метнуть, приведение, сбрасывать, шина, заворожить, отваливать, муляж, вбросить, разбрасывать, потуплять, выстрел, удар, выстрелил, снимок, выстрела

βολή στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kast, avstøpning, shot, skudd, omtrent, skuddet, skutt

βολή στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kasta, skott, shot, skottet, sköt, skjuten

βολή στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
heitto, muotti, harhailla, hahmo, viskattu, valu, paiskoa, muoto, laukaus, shot, laukauksen, laukausta, laukoi

βολή στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
shot, skud, chance, skudt, mål

βολή στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hodit, vrh, házet, lití, odlitek, lít, vrhat, shodit, hod, shot, střela, záběr, výstřel, střelu a míč

βολή στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odlewać, obsada, rzutować, rzut, zarzucać, rzutowanie, ulać, spuścić, odlew, oddawać, układać, rzucać, wzbudzać, oddać, ciskać, gips, strzał, strza, strzału

βολή στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
együttes, dobott, öntött, vetett, pontok, szemmozgás, gipszöntvény, eltervezés, lenyomat, elvetett, gipszminta, visszautasított, hajított, szereposztás, pillantás, mozgás, lövés, lövése, felvétel, akciót

βολή στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
biçim, kalıp, atma, atış, çekim, çekilen sut, vuruş, vurdu

βολή στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кидок, бракувати, метнути, закинути, змінювати, постріл

βολή στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hedh, e shtënë, gjuajtja, gjuajtja e, shtënë, topi

βολή στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гипс, изстрел, ударът, ударът на, снимка, завършващият

βολή στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стрэл, выстрал

βολή στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
heitma, lahas, löök, lask, shot, tulistas, haavlid

βολή στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
baciti, lijevanih, lijevan, bacanje, odbaciti, snimak, šut, pucanj, hitac

βολή στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kasta, kast, skot, skotið, skaut, náði, átti

βολή στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
iacio

βολή στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nuotrauka, kadras, šūvis, smūgiuotas kamuolys, smūgis

βολή στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klejot, šāviens, kadrs, shot, sitiens, nošauti

βολή στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
истрел, шут, шутираше, shot, застрелан

βολή στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
formă, tipar, shot, șut, dreapta, lovitură, șutul

βολή στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hod, obsadit, mavec, shot, strel, Ekipa, streljal, žogo poslal

βολή στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hod, shot

Στατιστικά δημοτικότητας: βολή

Τυχαίες λέξεις