Étouffant στα ελληνικά
Μετάφραση: étouffant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολλητικός, ασφυξία, αποπνικτικός, καταπιεστικός, πράξη, σύνολο, πνιγηρός, κολλώδης, πνηγηρός, ασφυκτική, ασφυκτικό, ασφυκτικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abbé στα ελληνικά - ηγούμενος, ηγούμενο, ηγουμένου, ηγούμενου, abbot
- amarrer στα ελληνικά - δένω, χερσότοπος, επισυνάπτω, συνδέω, γραβάτα, προσδένω, βάλτος, ...
- assiéger στα ελληνικά - πολιορκία, σκοτίζομαι, κόπος, ενοχλώ, ενοχλούμαι, πολιορκώ, πιέζω, ...
- bailli στα ελληνικά - δικαστικός κλητήρας, δικαστικού επιμελητή, Δικαστικός επιμελητής, Πρωτοκολλητή, Bailiff
Τυχαίες λέξεις
Étouffant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολλητικός, ασφυξία, αποπνικτικός, καταπιεστικός, πράξη, σύνολο, πνιγηρός, κολλώδης, πνηγηρός, ασφυκτική, ασφυκτικό, ασφυκτικές
Μεταφράσεις: κολλητικός, ασφυξία, αποπνικτικός, καταπιεστικός, πράξη, σύνολο, πνιγηρός, κολλώδης, πνηγηρός, ασφυκτική, ασφυκτικό, ασφυκτικές