Étouffent στα ελληνικά
Μετάφραση: étouffent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγαλίζω, φλομώνω, πνίγομαι, ασφυκτιούν, πάθουν ασφυξία, να πάθει ασφυξία, ασφυκτιάτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accessible στα ελληνικά - ευπροσήγορος, ευπρόσιτος, διαθέσιμος, προσηνής, προσιτός, προσπελάσιμος, προσβάσιμο, ...
- accourez στα ελληνικά - σπεύδω, επιταχύνει, επισπεύσει, σπεύδουν, να επιταχύνει
- adjoignent στα ελληνικά - ενοποιώ, συνενώνω, συνεφάπτομαι, συνέχομαι, γειτονεύω, συνορεύω, εφάπτονται
- composâmes στα ελληνικά - ατάραχος
Τυχαίες λέξεις
Étouffent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγαλίζω, φλομώνω, πνίγομαι, ασφυκτιούν, πάθουν ασφυξία, να πάθει ασφυξία, ασφυκτιάτε
Μεταφράσεις: στραγγαλίζω, φλομώνω, πνίγομαι, ασφυκτιούν, πάθουν ασφυξία, να πάθει ασφυξία, ασφυκτιάτε