Accusée στα ελληνικά
Μετάφραση: accusée, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόδικος, κατηγορούμενος, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accusèrent στα ελληνικά - υπόδικος, κατηγορούμενος, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί
- accusé στα ελληνικά - βίαιος, εναγόμενος, κατηγορούμενος, υποπτεύομαι, υπόδικος, κατηγορείται, κατηγόρησε, ...
- accusées στα ελληνικά - κατηγορούμενος, υπόδικος, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί
- accusés στα ελληνικά - υπόδικος, κατηγορούμενος, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί
Τυχαίες λέξεις
Accusée στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόδικος, κατηγορούμενος, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί
Μεταφράσεις: υπόδικος, κατηγορούμενος, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί