Affaiblir στα ελληνικά

Μετάφραση: affaiblir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μολάρω, μειώνω, αποδυναμώνω, κατευνάζω, κοπάζω, ζουμί, παραβλάπτω, λασκάρω, αραιώνω, ελαφρύνω, αποδυναμώνομαι, ανακουφίζω, χειροτερεύω, καταβάλλω, αμβλύνω, χυμός, αποδυναμώνουν, αποδυναμώσει, να αποδυναμώσει, αποδυναμώσουν, εξασθενίσει
Affaiblir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affaiblie στα ελληνικά - αποδυναμωθεί, αποδυνάμωσε, εξασθένησε, αποδυναμώνεται, εξασθενημένο
  • affaiblies στα ελληνικά - Μειωμένη, απομειωμένων, απομειωμένα, περί απομειωμένων, τα απομειωμένα
  • affaiblirent στα ελληνικά - αποδυναμωθεί, αποδυνάμωσε, εξασθένησε, αποδυναμώνεται, εξασθενημένο
  • affaiblis στα ελληνικά - αποδυναμώνομαι, αποδυναμώνω, αποδυναμωθεί, αποδυνάμωσε, εξασθένησε, αποδυναμώνεται, εξασθενημένο
Τυχαίες λέξεις
Affaiblir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μολάρω, μειώνω, αποδυναμώνω, κατευνάζω, κοπάζω, ζουμί, παραβλάπτω, λασκάρω, αραιώνω, ελαφρύνω, αποδυναμώνομαι, ανακουφίζω, χειροτερεύω, καταβάλλω, αμβλύνω, χυμός, αποδυναμώνουν, αποδυναμώσει, να αποδυναμώσει, αποδυναμώσουν, εξασθενίσει