Ajout στα ελληνικά

Μετάφραση: ajout, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράρτημα, επιχορήγηση, συνεργός, πριμ, συμπληρώνω, αναπληρωτής, προσάρτημα, επίδομα, συμπλήρωμα, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης
Ajout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ajournées στα ελληνικά - αναβάλλεται, αναβληθεί, αναβλήθηκε, αναβολή, ανέβαλε
  • ajournés στα ελληνικά - αναβάλλεται, αναβληθεί, αναβλήθηκε, αναβολή, ανέβαλε
  • ajouta στα ελληνικά - προστεθεί, προστιθέμενη, προστίθενται, προστίθεται, πρόσθεσε
  • ajoutai στα ελληνικά - προστεθεί, προστιθέμενη, προστίθενται, προστίθεται, πρόσθεσε
Τυχαίες λέξεις
Ajout στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράρτημα, επιχορήγηση, συνεργός, πριμ, συμπληρώνω, αναπληρωτής, προσάρτημα, επίδομα, συμπλήρωμα, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης