Προσάρτημα στα γαλλικά

Μετάφραση: προσάρτημα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ajouté, ajout, annexe, appoint, appendice, complément, supplément, addition, attachement, fixation, pièce jointe, attache, l'attachement
Προσάρτημα στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσάρτημα

προσάρτημα βυθιζόμενης φρέζας (335), προσάρτημα ισολογισμού υποδειγμα, προσάρτημα αγγλικά, προσάρτημα mini saw (670), προσάρτημα επε, προσάρτημα λεξικό γλώσσας γαλλικά, προσάρτημα στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • προς στα γαλλικά - pour, en, dans, après, a, contre, moyennant, ...
  • προσάναμμα στα γαλλικά - amadou, tinder, l'amadou, briquet, de l'amadou
  • προσέγγιση στα γαλλικά - rapprochez, approche, approchons, abordent, approchent, rapprochons, procédé, ...
  • προσήλωση στα γαλλικά - constance, supplique, apposition, emploi, assiduité, dévouement, diligence, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσάρτημα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: ajouté, ajout, annexe, appoint, appendice, complément, supplément, addition, attachement, fixation, pièce jointe, attache, l'attachement